ευδαπάνητος

ευδαπάνητος
εὐδαπάνητος, -ον (Α)
1. αυτός που δαπανάται ή φθείρεται εύκολα
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ εὐδαπάνητον
φρ. «τὸ εὐδαπάνητον τῆς ζωῆς» — το γεγονός ότι η ζωή περνάει γρήγορα (Ιωάνν. Χρυσ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -δαπανητος (< δαπανώ), πρβλ. α-δαπάνητος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”